Στα διηγήματα αυτού του βιβλίου θα συναντήσετε τη γοτθική ατμόσφαιρα, τη γοητεία του σκοταδιού, τον έρωτα και τον ρομαντισμό, τη λυρική γλώσσα, γραφικούς δανδήδες και εύθραυστες δεσποσύνες, επαύλεις, κεριά, φορέματα και άμαξες, όλα ωστόσο κρυψώνες για τη σήψη της κοινωνίας, την παρακμή του ψυχικού πλούτου, τις επιφανειακές σχέσεις συμφέροντος, τις προδοσίες, τις δολοφονίες και τις εμμονές, όλα καλά κρυμμένα κατακάθια κάτω από το πέπλο του καθωσπρεπισμού και της αριστοκρατίας...
Ο μετεωρισμός αναπόφευκτος και η υποβολή μέσω της γλώσσας γίνεται καθοριστικό κομμάτι στην ποιητική δημιουργία, με όχημα τον αυτοσαρκασμό και την ειρωνεία...
Αυτή η συλλογή, είναι προσπάθεια, ίχνος, ένα διαχρονικό δάνειο στη καθημερινότητα, σε χρόνο μη γραμμικό και ασύλληπτο, για το καθεστώς χάους που σκεπάζει τις πόλεις και για το ψύχος που μας κάνει να απομονωνόμαστε, αντί να φιλιόμαστε για να σωθούμε...
Είκοσι αστυνομικά αινίγματα που καλούν τον αναγνώστη να προβληματιστεί, με τη βοήθεια του εγκληματολόγου Φάνη Κρέμου ή και μόνος του, όχι τόσο με την «τέχνη της γραφής» αλλά με μία εγκληματο-λογική προσέγγιση που επικεντρώνεται περισσότερο στον γρίφο και λιγότερο στους χαρακτήρες των προσώπων...
Τι κάνεις, ρε; Όταν η δια ζώσης επαφή καταργείται, τι μπορεί να κάνει η τηλ-επαφή; Αιωρούμενοι στο κενό της φυσικής παρουσίας του αγαπημένου άλλου, δυο φίλοι επικοινωνούν, όπως παλιά, στέλνοντας γράμματα ο ένας στον άλλον...
Αναλαμβάνοντας να βρει τον Δήμο Τερζή, έναν πλούσιο γόνο που δεν έχει δώσει σημεία ζωής για μέρες, ο δημοσιογράφος Γρηγόρης Δημητρίου δεν μπορούσε να φανταστεί ποτέ την ευκολία με την οποία θα άρχιζαν να στοιβάζονται πτώματα γύρω του...
Στην τρίτη συλλογή της Ευσταθίας Τσιγκάνου ο αναγνώστης α ανακαλύψει είκοσι δύο νέα ποιήματα αλλά και δικές της μεταφράσεις ποιημάτων που τη γοήτευσαν, καθώς και μικρές προσωπικές της «βινιέτες», ποιήματα και πεζά, που άντεξαν στον χρόνο της συγγραφέως...