Ο Σταύρος Βαβούρης υπήρξε μια ιδιαίτερη ποιητική μορφή των νεοελληνικών γραμμάτων που παρέδωσε ένα αυστηρά προσωπικό έργο, ένα «μίγμα “οργής” και συναισθηματικών κάμψεων, διαπεραστικής ειρωνείας και απελπισμένων λυρικών τόνων, δαιμονικής υπεροψίας και ανθρώπινης συντριβής», όπως θα πει ο Κώστας Στεργιόπουλος...
ΕΥΧΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙ Το φως της οθόνης στο πρόσωπό σου μες στο μικρό, ημίφωτο δωμάτιο κι εσύ ακολουθείς – μυστικοί κωδικοί, κρυφά μονοπάτια, εικόνες, ήχοι, φωνές οι φίλοι που βλέπεις αλλά δεν μπορείς ν’ αγγίξεις, το θέατρο σκιών – την ώρα που έξω ξημερώνει, σαν Οδυσσέας που δεν γύρισε ποτέ περιπλανιέσαι μόνος σου σε ξένους τόπους και περιμένεις· μια κάθαρση, μια επιστροφή έστω τυχαία, έστω για λίγο, έστω ψηφιακή...
«[…] κατά τη γνώμη μου πάντα, ο εκφραστικός εντυπωσιασμός, το επιτηδευμένο, πάλι χάριν εντυπωσιασμού, λεξιλόγιο, οι ποικίλοι εξεζητημένοι αφηγηματικοί πειραματισμοί και αυτό που αποκαλείτε εσείς “λυρικές εξάρσεις”, εκτός του ότι δεν μου ταιριάζουν ως προς το ύφος, δεν είναι στοιχεία καλής λογοτεχνίας...
ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΝΥΦΕΣ ΤΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ Πέντε νύφες γονατιστές καρφωμένες στον τοίχο του σαλονιού μου έχουν την πλάτη γυρισμένη απαξιώνουν την ύπαρξή μου παγωμένες κοιτούν την κουνελότρυπα που οδηγεί στη χώρα τού Ποτέ...